Η ελληνορωσική αμυντική συνεργασία στο τραπέζι.
Συνάντηση και συζήτηση εφ’όλης της κοινής ελληνορωσικής αμυντικής συνεργασίας είχαν σήμερα στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας ο υπουργός Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Μιχαήλ Δημήτριεφ, επικεφαλής της Ρωσικής Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Στρατιωτικής και Τεχνικής Συνεργασίας και μέχρι πρότινος υφυπουργός Αμυνας. Η συζήτηση έγινε μέσα σε πολύ καλό κλίμα και συζητήθηκαν όλα τα κοινά προγράμματα αμυντικών επενδύσεων (BMP-3HEL, S-300PMU1, Τοr-M1, εκσυγχρονισμοί RM-70 κλπ).
Εν συνεχεία ο Ρώσος αξιωματούχος είχε συνάντηση και με την στρατιωτική ηγεσία του υπουργείου κατά την οποία τέθηκαν τα ζητήματα που απαιτούν άμεση επίλυση.
Στο θέμα των S-300PMU1, όπως ήδη έχει γράψει το defencenet.gr, υπάρχει σαφής βούληση της πολιτικής ηγεσίας το σύστημα να καταστεί επιχειρησιακό. Οι Ρώσοι έχουν αποδεχθεί να καταστεί αρχικά επιχειρησιακό το σύστημα και κατόπιν να υπογραφεί συμφωνία υποστήριξης και στέλνουν ομάδα τεχνικών για να αποσφραγιστούν τα κιβώτια με τα βλήματα να γίνει επιθεώρηση του συστήματος να εκτελεστούν οι βασικές εργασίες συντήρησης που θα επιτρέψουν στο σύστημα να κάνει βολή επιχειρησιακής αποδοχής και εν συνεχεία να υπογραφεί η follow-on-support.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση η εκτέλεση βολής επιχειρησιακής αποδοχής θα σημάνει ότι τουλάχιστον τυπικά δώδεκα χρόνια μετά την παραγγελία του (1997) το σύστημα S-300PMU1 θα μπορέσει να ενταχθεί στο ελληνικό σύστημα αεράμυνας επί πραγματικής βάσης και όχι θεωρητικής όπως συμβαίνει μέχρι τώρα. Ένα νέο θέμα που θα απασχολήσει τις δύο πλευρές, χωρίς ιδιαίτερη οικονομική σημασία, αλλά μεγάλη στρατηγική, είναι ο εκσυγχρονισμός και η αναβάθμιση των ΠΕΠ RM-70 των 122 χλστ.
Από τα 116 συστήματα που εξακολουθούν να βρίσκονται σε υπηρεσία έχει αποφασιστεί να εκσυγχρονιστούν τα 48 αντί 28,8 εκατ. ευρώ. Αρχικά είχαν παραληφθεί 150 από τα αποθέματα του ανατολικογερμανικού Στρατού.
Το θέμα είναι ότι η εμβέλεια των νέων ρουκετών από μέγιστο δραστικό τα 17 χλμ. θα φτάνει μετά τον εκσυγχρονισμό των 30-35 χλμ, ανάλογα με το είδος του πυραυλοκινητήρα που θα επιλεγεί ενώ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ποικιλία των κεφαλών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Στο απόηχο της επίσκεψης του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέϊ Λαβρόφ, το defencenet.gr, παρουσιάζει ολόκληρη της ομιλία του της περασμένης Τετάρτης, στο Μέγαρο Μουσικής:
«Νοµίζω ότι στον κόσµο υπάρχουν λίγες χώρες, τις οποίες έχει συνδέσει µια τόσο µακρά ιστορία ειλικρινούς φιλίας, όπως η Ρωσία και η Ελλάδα. Οι ρωσο-ελληνικές σχέσεις εδράζονταν πάντοτε πάνω στη σταθερή βάση της εµπιστοσύνης και της αµοιβαίας συµπάθειας των λαών µας. Αυτές οι σχέσεις εξακολουθούν και σήµερα να αναπτύσσονται µε σιγουριά, προσαποκτούν νέο περιεχόµενο, διακρίνονται για το υψηλό επίπεδο αλληλοκατανόησης στους πλέον διαφορετικούς τοµείς.
Ανακαλώντας το παρελθόν, μπορώ χωρίς υπερβολή να πω, ότι τα αισθήµατα της φιλίας και του αµοιβαίου σεβασµού έχουν εισχωρήσει στους λαούς µας σχεδόν σε γενετικό επίπεδο. Είµαι βέβαιος ότι είναι αµφίβολο πως θα µπορέσουµε να απαρνηθούµε αυτή την εξακριβωµένη κοινότητα της ιστορικής µας µοίρας και των ιστορικών µας αξιών, η οποία εκδηλώνεται και στα ενδιαφέροντα του σήµερα, που ηχούν κοινά. Στη Ρωσία ήρθε από το Βυζάντιο η Ορθοδοξία και µαζί της πολλά πολιτισµικά χαρακτηριστικά, τα οποία επέδρασαν στη διαµόρφωση της δικής µας εθνικής πρωτοτυπίας, µεταξύ αυτών η οργάνωση του κράτους, η φιλοσοφία, η ζωγραφική, οι αρχές της πολεοδοµίας. Η Ρωσία ανταπέδωσε. Πολλοί Έλληνες βρήκαν σε µας τη δεύτερη πατρίδα τους, εισήλθαν στην υπηρεσία του ρωσικού κράτους.
Το πλέον λαµπρό παράδειγµα είναι η µοίρα του Ιωάννη Καποδίστρια, πρώτου Κυβερνήτη του
ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, ο οποίος κατά τη διάρκεια σειράς ετών είχε καθοδηγήσει τη δραστηριότητα του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, κατέχοντας το κοµβικό αξίωµα του υφυπουργού επικρατείας για διεθνείς υποθέσεις. Η ρωσική διπλωµατία συνήργησε ενεργά στην προετοιµασία και την καθιέρωση του Συντάγµατος της Ιονίου Πολιτείας, προτύπου του ελληνικού εθνικού κράτους. Κατόπιν, η χώρα µας υποστήριξε τους Έλληνες, οι οποίοι ανέπτυσσαν τον εθνικο-απελευθερωτικό τους αγώνα για την απόκτηση της κρατικής τους αυτοτέλειας. Η νίκη στη Ναυµαχία του Ναυαρίνου, την οποία κατήγαγε η µοίρα του ρωσικού στόλου της Μεσογείου, κατέστησε δυνατή τη δηµιουργία των προϋποθέσεων για την έναρξη διαπραγµατεύσεων σχετικά µε τη χορήγηση ανεξαρτησίας στον ελληνικό λαό. Η αποκατάσταση, το 1828, διπλωµατικών σχέσεων µεταξύ της Ρωσίας και του ελληνικού κράτους που είχε γεννηθεί, κατέστη µία ακόµη επιβεβαίωση του αµοιβαίου σεβασµού και της επιδίωξης να αναπτυχθεί η συνεργασία µεταξύ των δύο χωρών.
Έκτοτε, κατά τη διάρκεια ήδη 180 ετών, η Ρωσία και η Ελλάδα δεν υπήρξαν ποτέ αντίπαλες. Σε δύο παγκοσµίους πολέµους υπήρξαν σύµµαχοι, µε κοινές προσπάθειες κατέστησαν δυνατή την επίτευξη της κοινής Νίκης επί του φασισµού, την 65η επέτειο της οποίας ολόκληρος ο κόσμος θα τιµήσει το
επόµενο έτος.
Ο ελληνικός λαός µε τα όπλα στα χέρια, µε τίµηµα τεράστιο αριθµό θυµάτων αντιστάθηκε στη φασιστική πολεµική µηχανή. Γνωρίζοµε µε πόση προσοχή αντιµετωπίζουν στην Ελλάδα τη µνήµη της ηρωικής γενιάς του πολέµου, η οποία προασπίστηκε της αξίες του πολιτισµού, αµύνθηκε για τις οικογένειες και τους λαούς της, για το δικαίωµα στην κυρίαρχη ανάπτυξη, για την ίδια τη ζωή. Στις ηµέρες µας ενίοτε λησµονούν πόσες ευκαιρίες χάθηκαν για να οργανωθεί η συλλογική απόκρουση των σχεδίων για την εγκαθίδρυση της ναζιστικής ηγεµονίας στην Ευρώπη.
Πολλοί είχαν θεωρήσει προτιµότερο να επιδιώξουν να κατευθύνουν τη γερµανική επίθεση προς την Ανατολή. Σήµερα, ορισµένοι παράγοντες δηλώνουν ανοιχτά ότι οι δοσίλογοι, επί της ουσίας
συµµέτοχοι των ναζιστικών εγκληµάτων, «είχαν το δικαίωµα να αγωνιστούν για την ανεξαρτησία», στη ναζιστική της εκδοχή. Πρέπει να θυµόµαστε όλα αυτά, όταν ακούµε την εντελώς κίβδηλη θέση σχετικά µε τις ίσες ευθύνες της χιτλερικής Γερµανίας και της Σοβιετικής Ένωσης για την κάθοδο της ηπείρου µας στην άβυσσο του πολέµου. Αξίζει να κάνοµε τη σύγκριση ανάµεσα σε αυτούς, οι οποίοι έθεσαν ως στόχο τους την εξόντωση ολόκληρων λαών και τους απελευθερωτές της Ευρώπης από τη φασιστική πανώλη.
Η Ρωσία τάσσεται υπέρ της έντιµης σχέσης µε την ιστορία. Ο 20ός αιώνας άφησε βαθιά τραύµατα στη µνήµη των λαών της Ευρώπης. Επαναστάσεις, πραξικοπήµατα, δύο παγκόσµιοι πόλεµοι, η ναζιστική κατοχή, η τραγωδία του Ολοκαυτώµατος, η εποχή των ολοκληρωτικών καθεστώτων, τα οποία στράφηκαν χωρίς προσχήµατα εναντίον των ανθρωπίνων δικαιωµάτων και των πολιτικών ελευθεριών, επέβαλαν µια ενοποιηµένη, υποχρεωτική για όλους οµογνωµοσύνη. Αλλά, κανείς δεν µπόρεσε να υφαρπάξει από τους ανθρώπους την εσωτερική ελευθερία, η οποία και κατέστη η προεξάρχουσα, κινητήριος δύναµη των αλλαγών στη Σοβιετική Ένωση και την Ευρώπη συνολικά. Δυστυχώς, η µεταπολεµική ανάπτυξη διήλθε από την οδό της διάσπασης του αντιχιτλερικού συνασπισµού, από την οδό του «ψυχρού πολέµου», τα γεωπολιτικά προστάγµατα του οποίου δηµιούργησαν τη διηρηµένη Ευρώπη.
Τα τραγικά γεγονότα των δεκαετιών του '30 και του '40 περικλείουν σοβαρά µαθήµατα για όλους. Η ειρήνευση του επιτιθέντος, η µάστιγα του εθνικισµού, η ιδέα ότι ορισµένα έθνη µπορούν να ζουν µε την υποδούλωση άλλων, η ιδέα ότι υπάρχει κάποιος που κατά τινα τρόπο έχει περισσότερο δικαιώµατα σε ένα «ζωτικό χώρο», αργά ή γρήγορα στρέφονται εναντίον των εµπνευστών τους, ενώ η αντίσταση στο µείζον κακό προϋποθέτει σύγχρονες, συλλογικές προσπάθειες.
Αλλά, υπάρχει και ένα ακόµη µάθηµα από την πολυτάλαινα ιστορία της Ευρώπης. Ολόκληρη η εµπειρία από την περίοδο του Μεσοπολέµου -από της Συνθήκης των Βερσαλλιών έως το Β' Παγκόσµιο Πόλεµο - επιβεβαιώνει µε πειστικό τρόπο την αδυναµία να εγκαθιδρυθεί στον Ευρω-Ατλαντικό χώρο ένα αποτελεσµατικό σύστηµα συλλογικής ασφάλειας χωρίς τη συµµετοχή της Ρωσίας, των ευρωπαϊκών χωρών και των Ηνωµένων Πολιτειών της Αµερικής. Αυτή η προσέγγιση είναι ακόµη περισσότερο επίκαιρη σήµερα, όταν η χώρα µας ευρίσκεται στο δρόµο της δηµοκρατικής ανάπτυξης και µιας πραγµατιστικής, αποϊδεολογικοποιηµένης εξωτερικής πολιτικής. Στα δικά µας µάτια ο κόσµος αλλάζει ορµητικά και στις συνθήκες αυτές πρόσταγµα καθίσταται η εναρµόνιση των διεθνών σχέσεων, η αµοιβαία προσέγγιση και συναίσθηση των πολιτισµών και των οικονοµιών.
Η επιδίωξη να διαµορφωθεί στον Ευρω-Ατλαντικό χώρο ένα σύστηµα αδιαίρετης ασφάλειας ευρίσκεται στη βάση της αναληφθείσας από τον Πρόεδρο Ντµίτρι Μεντβέντιεφ πρωτοβουλίας για τη σύναψη ενός νοµικώς δεσµευτικού Συµφώνου για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Η ουσία της συνίσταται στη µετατροπή σε δεσµευτικό δίκαιο της ενωρίτερα επιτευχθείσας πολιτικής
συνννόησης στον Οργανισµό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και το Συµβούλιο Ρωσίας - ΝΑΤΟ σχετικά µε τη µη επέκταση της ασφάλειας µιας χώρας σε βάρος άλλων.
Εάν το είχαµε κάνει αυτό ενωρίτερα, είναι πιθανόν να µην είχαν λάβει χώρα ούτε η κρίση στον Καύκασο το προηγούµενο έτος, ούτε η υποστήριξη της µονοµερούς αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου. Η Ρωσία δεν αποσκοπεί να καταλύσει τις υπάρχουσες στην Ευρώπη δοµές και θεσµούς. Εν προκειµένω γίνεται λόγος για τη δηµιουργία ενός ενιαίου πόλου του δικαίου της ασφάλειας στον Ευρω-Ατλαντικό χώρο.
Σταθερές και ίσες εγγυήσεις ασφαλείας σε όλες τις χώρες, ανεξαρτήτως της συµµετοχής τους σε στρατιωτικές συµµαχίες, θα µπορούσαν να διασφαλίσουν ένα κοινό σύστηµα συντεταγµένων γραµµών, υποχρεωτικό τόσο για τα κράτη, όσο και για τους διεθνείς οργανισµούς, οι οποίοι δρουν εδώ. Προ ηµερών διανείμαμε το σχέδιο του Συµφώνου για την ευρωπαϊκή ασφάλεια προς µελέτη από όλα τα ενδιαφερόµενα µέρη. Προσβλέποµε στην εποικοδοµητική και συγκεκριµένη ανταπόκριση επί της ουσίας της πρωτοβουλίας µας.
Σήµερα είναι εµφανής και η σηµασία της επεξεργασίας ευκρινών κανόνων προειδοποίησης και ειρηνικής διευθέτησης των συγκρούσεων επί τη βάσει της συνεννόησης, η οποία επιτυγχάνεται µεταξύ των µερών, χωρίς µονοµερείς αποφάσεις και µε σεβασµό των συµπεφωνηµένων διαπραγµατευτικών και ειρηνευτικών µορφών.
Η διευθέτηση πρέπει να συντελείται σταδιακά,υποχρεωτικώς χωρίς τη χρήση βίας, µε µέτρα οικοδόµησης εµπιστοσύνης, µε την αποκατάσταση του διαλόγου µεταξύ των µερών. Η εµπειρία των
συγκρούσεων στα Βαλκάνια και την Υπερκαυκασία έδειξε πειστικά πού οδηγεί η παραβίαση των αρχών, οι οποίες προαναφέρθηκαν, καθώς και η αποδοχή δύο µέτρων και δύο σταθµών.
Η υπέρβαση της ακόµη αισθητής αδράνειας της διαίρεσης, η οποία είχε δηµιουργηθεί στα χρόνια του «ψυχρού πολέµου» - στη στρατιωτική, πολιτική, ιδεολογική και άλλες διαστάσεις της - πρέπει να καταστεί αποτέλεσµα τής από κοινού ερµηνείας των νέων πραγµατικοτήτων της παγκοσµιοποιηµένης εποχής.
Χωρίς να ανασυγκροτηθεί η ευρω-ατλαντική πολιτική επί τη βάσει συλλογικών και των αρχών του δικαίου, χωρίς το διασκελισµό από τις συγκρουσιακές προσεγγίσεις της προηγουµένης εποχής - οι οποίες, πάντως, έλκουν και τη λογική των «χωρίς τέλος» κυµάτων της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ - δεν θα αρθούµε στο επίπεδο, το οποίο είναι αναγκαίο για την επίλυση των ισταµένων ενώπιόν µας πραγµατικών κοινών προβληµάτων, από την τρομοκρατία και το οργανωµένο έγκληµα έως την ενεργειακή ασφάλεια και την κλιµατική αλλαγή.
Το γεγονός ότι πολλοί στην Ευρώπη αρχίζουν να προβληµατίζονται γι' αυτά µε σοβαρότητα επιβεβαιώνουν οι θετικές συνοµιλίες, οι οποίες έλαβαν χώρα στη µόλις συγκληθείσα στην Αθήνα Σύνοδο του Συµβουλίου υπουργών Εξωτερικών του Οργανισµού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Υποστηρίζοµε την εξελισσόµενη ανταλλαγή απόψεων στο πλαίσιο της «Διαδικασίας της Κερκύρας», την πρωτοβουλία για την οποία είχε η ελληνική προεδρία στον Οργανισµό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Θεωρούµε ότι είναι από µακρού χρόνου ώριµη, η εξεταζόµενη από τη «Διαδικασία της Κερκύρας» αναβάθµιση της αποτελεσµατικότητας του Οργανισµού στη διάσταση της καθολικής προσέγγισης. Με αυτό το στόχο, η Ρωσία προσδοκά να επιταχυνθεί η έγκριση του Καταστατικού του Οργανισµού, καθώς και σαφών κανονισµών της δραστηριότητάς του σε όλους τους τοµείς, κατ' αντιστοιχία προς τις αρχές της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι.
Τόσο στις ευρωπαϊκές, όσο και τις παγκόσµιες υποθέσεις επέστη ο καιρός να αφήσοµε τον λίθο του αναθέµατος. Με την έλευση της Κυβέρνησης του Μπάρακ Οµπάµα διανοίχθηκαν δυνατότητες για αναδιάρθρωση των ρωσο-αµερικανικών σχέσεων επί τη βάσει των αρχών της ισοτιµίας και του υπολογισµού των συµφερόντων του ενός από τον άλλο και αυτές οι δυνατότητες γίνονται ήδη πραγµατικότητα στη συνεννόηση µεταξύ των Προέδρων της Ρωσίας και των Ηνωµένων Πολιτειών. Είµαστε έτοιµοι και για µια εποικοδοµητική συνεργασία στο πλαίσιο του Συµβουλίου Ρωσίας - ΝΑΤΟ, κατ' αντιστοιχία προς εκείνες τις αρχές, οι οποίες είχαν συµφωνηθεί κατά τη σύστασή του.
Ένα από τα ουσιώδη στηρίγµατα της νέας Ευρώπης χωρίς διαχωριστικές γραµµές έχει αναγνωριστεί ότι αποτελεί η στρατηγική εταιρική σχέση µας µε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχοµε τη σταθερή διάθεση για πολύπλευρη ανάπτυξη των σχέσεων προς όλες τις κατευθύνσεις, κατανοώντας το ρόλο της Ρωσίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ισχυρών γεωπολιτικών σχηµατισµών στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Στο µέλλον η σηµασία της συνέργιάς µας θα µπορεί µόνο να αναβαθµίζεται, όπως επιβεβαιώνουν τα ωφέλιµα συµπεράσµατα της Συνόδου Κορυφής Ρωσίας - Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Στοκχόλµη.
Είµαστε ευγνώµονες προς τους Έλληνες φίλους µας για την ουσιαστική υποστήριξη της περισσότερο στενής ολοκλήρωσης της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι εν προκειµένω χρήσιµο να υπενθυµίσω ότι οι ήδη ισχύουσες Συµφωνίες εταιρικής σχέσης και συνεργασίας µεταξύ της Ρωσίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπογράφηκαν στη νήσο Κέρκυρα ακριβώς κατά την περίοδο της ελληνικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 1994.
Ένα από τα κυριότερα, οργανικά στοιχεία της ρωσο-ελληνικής εταιρικής σχέσης είναι η σύµπτωση ή η εγγύτητα απόψεων σε κοµβικά προβλήµατα της σύγχρονης εποχής. Έχοµε ενιαία άποψη ως προς την ανάγκη αυστηρής τήρησης των γενικών κανόνων και αρχών του Διεθνούς Δικαίου, ως προς την
αvτίληψη των αντικειµενικών εξελικτικών διαδικασιών, οι οποίες διαµορφώνουν µια πολυκεντρική διεθνή τάξη, ως προς την απυφυγή µονοµερών και πολύ περισσότερο βιαίων µεθόδων διευθέτησης των περιφερειακών διαφορών.
Αναπτύσσοµε από κοινού εντατική δραστηριότητα στον Οργανισµό των Ηνωµένων Εθνών, στο Συµβούλιο της Ευρώπης, στον Οργανισµό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, στην Οργάνωση της Οικονοµικής Συνεργασίας της Μαύρης Θάλασσας και άλλα διεθνή fora. Η σφαίρα της συνεργασίας µας διαρκώς µεγαλώνει και αγκαλιάζει πληθώρα ζητηµάτων, µεταξύ των οποίων και αυτά, τα οποία αφορούν στην εγγύηση της ασφάλειας, στον αγώνα µε τη διεθνή τροµοκρατία. Ενδιαφερόµαστε για το συντονισµό των βηµάτων µας.
Παράδειγµα της εποικοδοµητικής πολιτικής αλληλοκατανόησης µεταξύ της Ρωσίας και της Ελλάδος αποτελεί η διευθέτηση του κυπριακού προβλήµατος. Οι χώρες µας υποστηρίζουν σταθερά ότι όλες οι προσπάθειες, οι οποίες καταβάλλονται µε σκοπό την επίτευξη διεξόδου, πρέπει να βασίζονται στο Διεθνές Δίκαιο, στα ισχύοντα ψηφίσµατα του Συµβουλίου Ασφαλείας των Ηνωµένων Εθνών, στη διεθνή κοινότητα και πρωτίστως στο πρόσωπο της αποστολής «καλών υπηρεσιών» του Γενικού Γραµµατέα του Οργανισµού των Ηνωµένων Εθνών, πρέπει να υποβοηθούν το έργο και να σταθεροποιούν την κίνηση προς τη συµφωνία, αλλά επ' ουδενί να επιβάλουν επινοηµένες λύσεις και να µη θέτουν τεχνητά χρονοδιαγράµµατα για την επίτευξη συµφωνίας.
Μεταξύ των χωρών µας αναπτύσσεται ένας ενεργητικός πολιτικός διάλογος. Οι συνοµιλίες σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων δίνουν το ρυθµό της διµερούς συνεργασίας µας, καθορίζουν τις προέχουσες κατευθύνσεις, την επισφράγιση των κοινών προσπαθειών. Τη σταθερότητα και την µακρόχρονη προοπτική στις σχέσεις στον οικονοµικό τοµέα θα ενθαρρύνει η υλοποίηση των κοινών στρατηγικών σχεδίων και πρωτίστως στον τοµέα της ενέργειας.
Τα γεγονότα των τελευταίων ετών επιβεβαιώνουν την ορθότητα των στρατηγικών επιλογών προς όφελος του αγωγού «South Stream». Η κοινή µας δράση για την επίσπευση της υλοποίησής του θα επιτρέψει τη διασφάλιση της διαφοροποίησης των δροµολογίων για τις προµήθειες ρωσικών ενεργειακών φορέων προς τη Δυτική Ευρώπη, της Ελλάδος περιλαµβανοµένης, την αποφυγή καταστάσεων, κατά τις οποίες χώρες-χρήστες αποδεικνύνται όµηροι εσωτερικών πολιτικών περιστάσεων σε χώρες-διακομετακομιστές. Η ρωσική πλευρά σηκώνει σταθµιζόµενο βάρος στην ανάπτυξη της υποδοµής της Ελλάδας στον τοµέα του φυσικού αερίου.
Εργαζόµαστε επιτυχώς και για την υλοποίηση ενός ακόµη επενδυτικού σχεδίου µεγάλης κλίµακας, τον εξοπλισµό του διαβαλκανικού αγωγού φυσικού αερίου Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Θεωρούµε ότι αυτή η εποικοδοµητική συνεργασία θα αναπτυχθεί µε εντατικό τρόπο. Καλές είναι οι προοπτικές των σχέσεών µας στον στρατιωτικό - τεχνικό τοµέα, στην επιστήµη και την τεχνική, στο χώρο του πολιτισµού, του τουρισµού.
Η ιστορική - πνευµατική εγγύτητα δηµιουργεί τις προϋποθέσεις για µια ιδιαίτερη δεκτικότητα των Ρώσων και των Ελλήνων στα πολιτιστικά επιτεύγµατα αλλήλων, οικοδοµεί σταθερές βάσεις για τη διεύρυνση της συνεργασίας στους τοµείς της εκπαίδευσης και της πληροφόρησης.
Οι καλές σχέσεις µεταξύ της Ρωσίας και της Ελλάδας αποτελούν κοινό µας επίτευγµα. Αποδεχόµαστε την Ελλάδα ως ένα διαπιστωµένο φίλο και σταθερό εταίρο. Νοµίζω ότι οι σχέσεις µας όχι µόνο δεν πρόκειται να απωλέσουν τη δυναµική των τελευταίων ετών, αλλά και πως θα αναπτυχθούν περαιτέρω. Είµαι βέβαιος ότι µε κοινές προσπάθειες µπορούµε να αναβαθµίσουµε σε ακόµη υψηλότερο επίπεδο την κοινή µας δράση, να την εντάξουµε στη σφαίρα κατευθύνσεων µε νέα προοπτική».
Πηγή: Defencenet
Με θάρρος